ΧΡΟΝΙΟΣ ΒΗΧΑΣ

Ως χρόνιο βήχα αναφέρουμε εκείνον το βήχα που διαρκεί περισσότερο από 8 συνεχείς εβδομάδες. Αν και αποτελεί μια συχνή κλινική εικόνα, μόνο τα τελευταία 20 χρόνια έχει αναγνωρισθεί ως ξεχωριστό σύνδρομο. Πρόσφατα μια έρευνα στο Ηνωμένο Βασίλειο που έγινε τους καλοκαιρινούς μήνες, για να μην επηρεαστεί από πιθανές εποχιακές ιώσεις, ανάμεσα σε 4.000 ανθρώπους, έδειξε ότι ένα απίστευτα υψηλό ποσοστό από αυτούς, που έφτανε το 11%, είχε καθημερινό βήχα τον τελευταίο μήνα και το 7% ανέφερε ότι ο βήχας τους εμπόδιζε στην καθημερινή τους ζωή.

Οι συνέπειες του χρόνιου βήχα

Ο ασθενής με χρόνιο βήχα υποφέρει από πολλές σωματικές αλλά και ψυχολογικές συνέπειες της κατάστασής του. Ο πρόεδρος Bush «έχασε τις αισθήσεις του από ένα κουλουράκι», κατάσταση η οποία ήταν στην πραγματικότητα ένα συγκοπτικό επεισόδιο λόγω βήχα. Το συγκοπτικό επεισόδιο, η απώλεια δηλαδή των αισθήσεων για λίγα δευτερόλεπτα, αποτελεί ίσως την πιο δραματική επιπλοκή που μπορεί να έχει ο βήχας. Επίσης μεγάλο ποσοστό γυναικών με χρόνιο βήχα, παραπονιούνται για επεισόδια ακράτειας, σε ένα ποσοστό που φτάνει σε μερικές περιπτώσεις το 50%. Ο χρόνιος βήχας έχει επιπτώσεις και στον ψυχογενή τομέα. Σε ορισμένες περιπτώσεις παρατηρείται δυσαρμονία μεταξύ των μελών ενός ζευγαριού, λόγω του βήχα του ενός. Πολύ συχνά οι ασθενείς με χρόνιο βήχα κατη-γορούνται για νοσήματα όπως η φυματίωση, ή άλλοτε αισθάνονται ντροπή για το βήχα τους, όταν αυτός συμβαίνει σε μέρη όπως το θέατρο ή η εκκλησία. Κάποιοι καταλήγουν στην κοινωνική απομόνωση. Δεν αποτελεί παράδοξο λοιπόν αυτές οι κοινωνικές συνέπειες του χρόνιου βήχα να έχουν και σοβαρή ψυχολογική επίπτωση. Σε μια έρευνα ασθενών που παρακολουθούνταν από ιατρείο βήχα σε νοσοκομείο των Η.Π.Α. βρέθηκε ότι οι μισοί από αυτούς είχαν συμπτώματα κατάθλιψης. Πάντως όταν το πρόβλημα του χρόνιου βήχα αντιμετωπισθεί με επιτυχία, οι ψυχολογικές επιπτώσεις υποχωρούν και αυτές.

Κατανοώντας τον χρόνιο βήχα

Εάν οι ασθενείς που πάσχουν από χρόνιο βήχα ερωτηθούν τι τους ξεκινά τον βήχα, η συντριπτική πλειοψηφία θα αναφερθεί στην αλλαγή των ατμοσφαιρικών συνθηκών π.χ. είτε πηγαίνοντας από ένα ζεστό σε ένα κρύο δωμάτιο είτε το αντίθετο. Πολλοί επίσης θα ενοχοποιήσουν αρώματα ή έντονες μυρωδιές. Ο βήχας που εμφανίζεται στην αλλαγή θερμοκρασίας εξηγείται από το γεγονός ότι ένας από τους υποδοχείς του βήχα στο ανώτερο αναπνευστικό είναι και υποδοχέας θερμοκρασίας. Επομένως η αλλαγή θερμοκρασίας ερεθίζει την νευρική εκείνη οδό την υπεύθυνη για τον βήχα. Το ενδιαφέρον ερώτημα είναι γιατί οι φυσιολογικοί άνθρωποι δεν βήχουν τόσο όταν και οι ίδιοι δέχονται έναν παρόμοιο ερεθιστικό παράγοντα.

Σε όλες σχεδόν τις μορφές του χρόνιου βήχα παρατηρείται μια αυξημένη ευαισθησία των διαφόρων υποδοχέων του βήχα που βρίσκονται στο αναπνευστικό σύστημα. Επομένως όταν ένα άτομο αναπτύσσει χρόνιο βήχα, έχει αυξημένη ευαισθησία στον βήχα, κατάσταση που το οδηγεί στο να βήχει σε περιπτώσεις όπου δεν θα έβηχε υπό φυσιολογικές συνθήκες.

Οι γυναίκες φαίνεται να έχουν αυξημένο αντανακλαστικό του βήχα σε σύγκριση με του άνδρες. Οι γυναίκες βήχουν διπλάσια σε απάντηση οποιουδήποτε ερεθιστικού παράγοντα και στα ιατρεία βήχα ο αριθμός τους είναι διπλάσιος αυτού των ανδρών. Η αιτία αυτού του φαινο-μένου είναι άγνωστη.

Διαγιγνώσκοντας τον χρόνιο βήχα:

Ασθματικός βήχας
Το άσθμα είναι μία από τις συχνότερες αιτίες χρόνιου βήχα στους μη καπνιστές. Διάφορες μελέτες υπολογίζουν ότι 24-29% των μη καπνιστών με χρόνιο βήχα πάσχουν τελικά από άσθμα. Συνήθως ο βήχας στο άσθμα σχετίζεται με τα πιο τυπικά συμπτώματα της νόσου, όπως δύσπνοια ή συριγμό. Όμως σε αρκετούς ασθενείς με άσθμα η κυρίαρχη ενόχληση είναι ο βήχας. Σε αυτούς τους ασθενείς είναι πολλές φορές δύσκολη η διάγνωση της νόσου τους γιατί παρουσιάζουν συνήθως φυσιολογική τη λειτουργία του αναπνευστικού όπως αυτή εκτιμάται από τη σπιρο-μέτρηση. Σε αυτές τις περιπτώσεις μια άλλη εξέταση, που ονομάζεται δοκιμασία βρογχικής υπεραντιδραστικότητας, μετρά την προδιάθεση των βρόγχων στο να απαντούν με ασθματικού τύπου αντίδραση σε διάφορα ερεθίσματα και έτσι να προκαλούν βήχα. Σε γενικές γραμμές η θεραπεία του ασθματικού βήχα είναι παρόμοια με τη θεραπεία του κλασσικού άσθματος. Ο βήχας ως αποτέλεσμα άσθματος συνήθως βελτιώ-νεται σε περίπου μία εβδομάδα μετά την έναρξη της αγωγής. Όμως η πλήρης εξάλειψη του βήχα μπορεί να χρειαστεί ακόμη και οκτώ εβδομά-δες θεραπείας για να επιτευχθεί.

Βήχας από γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση
Ο βήχας από παλινδρόμηση αποτελεί μια από τις πιο συχνές περιπτώσεις χρόνιου βήχα που παρουσιάζονται στο γιατρό. Στον γενικό πληθυσμό, πρόσφατες μελέτες έχουν δείξει μια πολύ υψηλή συχνότητα γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης σε ασθενείς με χρόνιο βήχα. Δύο συμπτώματα παλινδρόμησης σχετίζονται με την ανάπτυξη χρόνιου βήχα: το οπισθοστερνικό καύσος και η αναγωγή. Από αυτά τα δύο μεγαλύτερη συσχέτιση με τον βήχα έχει η αναγωγή παρ’ ότι θα περίμενε κανείς το αντίθετο. Και αυτό γιατί ο χρόνιος βήχας από παλινδρό-μηση συμβαίνει μόνο κατά 50% από το όξινο περιεχόμενο του στομάχου που παλινδρομεί. Το υπόλοιπο 50% οφείλεται σε μη όξινη παλινδρόμηση.

Μεταγευματικός βήχας
Η διαφορά μεταξύ όξινης και μη όξινης παλινδρόμησης γίνεται καλά αντιληπτή με τα μεταγευματικά συμπτώματα. Ο ασθενής με μετα-γευματικό βήχα αναφέρει τυπικά ότι ο βήχας του ξεκινά το πολύ 10 λεπτά μετά το γεύμα. Αυτός είναι και ο ανώτερος χρόνος για τη χαλά-ρωση του σφιγκτήρα που βρίσκεται στο κατώτερο μέρος του οισοφάγου, σε γειτονία με το στομάχι. Η φυσιολογική ανάγκη πίσω από αυτή την λειτουργία είναι η απομάκρυνση του αέρα, που όλοι καταπίνουμε κατά τη διάρκεια του φαγητού, από το στομάχι μας. Η μη όξινη παλιν-δρόμηση που συνδέεται με αυτό τα γεγονός προκαλεί μεταγευματικό βήχα στα άτομα που είναι ευαισθητοποιημένα σε αυτό το φαινόμενο.

Βήχας κατά την ομιλία
Σε αυτή την περίπτωση ο βήχας εμφανίζεται κατά την έντονη ομιλία ή το γέλιο. Εδώ το διάφραγμα χρησιμοποιείται για τη φώνηση, και επιτρέπει, κατά τη διάρκεια της ομιλίας, στα κύματα της παλινδρόμησης να περάσουν ευκολότερα προς τα πάνω, κατά μήκος του οισοφάγου. Αυτή η κατάσταση επιδεινώνεται περισσότερο κατά την ομιλία στο τηλέφωνο γιατί τότε το άτομο με την παλινδρόμηση βρίσκεται σε καθιστή θέση και επομένως αυξάνει η πίεση στην κοιλιά του ευνοώντας ακόμη περισσότερο την παλινδρόμηση.

Βήχας κατά την βρώση
Σε αυτή την περίπτωση ο βήχας ξεκινά με την κατάποση ξηρής σχετικά τροφής (π.χ. μπισκότα, τοστ κλπ). Αυτό συμβαίνει γιατί κατά την κατά-ποση της ξηρής τροφής ανοίγει αντανακλαστικά ο οισοφαγικός σφιγκτήρας και προκαλεί παροξυσμό βήχα. Σε μερικούς ανθρώπους συγκεκριμένες τροφές προκαλούν βήχα, όπως σοκολάτα ή διάφορα είδη αλκοόλ. Μάλιστα, ορισμένες περιπτώσεις «τροφικών αλλεργιών» με βήχα οφείλονται στην πραγματικότητα σε παλινδρόμηση.

Ημερήσια διακύμανση του βήχα

Συνήθως υπάρχει ημερήσια διακύμανση στον βήχα από παλινδρόμηση. Οι ασθενείς κατά κανόνα βήχουν όταν πέφτουν στο κρεβάτι για να κοιμηθούν. Ο βήχας σταματά ή μειώνεται πολύ κατά την διάρκεια που κοιμούνται πραγματικά, γιατί τότε η πίεση του οισοφαγικού σφιγκτήρα αυξάνει και αποτρέπει την παλινδρόμηση γαστρικού περιεχομένου. Ο βήχας όμως ξαναρχίζει κατά την αφύπνιση και ιδιαίτερα την πρώτη μισή ώρα από την έγερση.

Θεραπεία

Παρ όλες τις σημαντικές διαφορές μεταξύ του όξινης παλινδρόμησης που προκαλεί καύσος και του βήχα από μη όξινη παλινδρόμηση, η συνήθης αντιμετώπιση είναι η έναρξη αντιόξινης θεραπείας. Επειδή ακόμη και ελάχιστη ποσότητα όξινου γαστρικού περιεχομένου μπορεί να πυροδοτήσει τον βήχα, χρειάζεται πολύ έντονη μείωση της οξύτητας του στομάχου, κάτι που επιτυγχάνεται με χορήγηση μιας κατηγορίας αντιόξινων φαρμάκων που ονομάζονται «αναστολείς της αντλίας πρωτονίων» ή ‘PPIs’, πολύ παραπάνω από τη συνηθισμένη τους δόση, δηλαδή δύο φορές ημερησίως κατά την διάρκεια του φαγητού. Η θεραπεία μπορεί να κρατήσει έως και 2 μήνες, και η βελτίωση από το βήχα συνήθως είναι αργή.

Ρινίτιδα και παραρινοκολπίτιδα

Η σημαντικότερη αιτία χρόνιου βήχα από το ανώτερο αναπνευστικό είναι η οπισθορινική έκκριση. Οι ρινικές και παραρίνιες εκκρίσεις που ρέουν στο οπίσθιο τοίχωμα του ρινοφάρυγγα προκαλούν βήχα σε ένα πολύ μεγάλο ποσοστό ασθενών. Η διάγνωση μπορεί πολλές φορές να καθίσταται προβληματική γιατί είναι πολύ συχνή η συνύπαρξη δύο ή και περισσότερων αιτίων χρόνιου βήχα στον ίδιο ασθενή. Για παρά-δειγμα ασθενής με άσθμα και συνύπαρξη οπισθορινικής έκκρισης λόγω αλλεργικής ρινίτιδας. Επίσης και η χρόνια παραρινοκολπίτιδα αποτελεί αιτία χρόνιου βήχα σε πολλά άτομα.Οι ρινικές πλύσεις με φυσιολογικό ορό αποτελούν την πιο συχνή αντιμετώπιση της ρινικής έκκρισης. Η τοπική φλεγμονή των ρινικών κοιλοτήτων, εάν υπάρχει, αντιμετωπίζεται με τοπικά κορτικοειδή σε ψεκασμό. Σημαντική θεραπευτική προσέγγιση φαίνεται να αποτελεί η χορήγηση αντιισταμινικών, τα οποία σε πολλές μελέτες δείχνουν να έχουν ουσιαστικό αποτέλεσμα στην αντιμετώπιση του χρόνιου βήχα από οπισθορινική έκκριση.

Άλλες αιτίες χρόνιου βήχα

Υπάρχουν πολλές άλλες αιτίες χρόνιου βήχα, όχι τόσο συχνές όσο οι προηγούμενες. Από αυτές οι πιο κοινές είναι η χρόνια βρογχίτιδα σε άτομα που καπνίζουν, οι βρογχεκτασίες, ο βήχας μετά από ορισμένες λοιμώξεις του αναπνευστικού, όγκοι στον πνεύμονα, νοσήματα του πνεύμονα που επηρεάζουν τον ίδιο τον πνευμονικό ιστό και όχι τους βρόγχους και ονομάζονται διάμεσες πνευμονοπάθειες, κλπ. Τέλος κάποια φάρμακα (όπως για παράδειγμα μια κατηγορία αντιυπερτασικών που ονομάζεται αΜΕΑ) μπορούν να προκαλέσουν χρόνιο βήχα.

Χρόνιος βήχας στα παιδιά

Άσθμα
Στα πρώτα χρόνια της ζωής του, ένα παιδί με χρόνιο βήχα σε συνδυασμό με ατοπικό έκζεμα και ύπαρξη αλλεργίας ή άσθματος στην οικογένειά του, μας κάνει να σκεφτούμε ότι πάσχει από παιδικό βρογχικό άσθμα.

Παλινδρόμηση
Η παλινδρόμηση, με ή χωρίς εισρρόφηση γαστρικού περιεχομένου ή τροφής, αποτελεί μια από τις κυριότερες αιτίες χρόνιου βήχα στα παιδιά. Η παλινδρόμηση, έως κάποιον βαθμό, είναι κοινή στα βρέφη και βελτιώνεται αυτόματα με την ηλικία.

Λοιμώξεις
Πολλές λοιμώξεις προκαλούν χρόνιο βήχα, συμπεριλαμβανομένων του κοκκύτη, της φυματίωσης, των επαναλαμβανόμενων ιογενών λοιμώξεων και των χρόνιων λοιμώξεων του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος. Ο κοκκύτης προκαλεί βήχα για πολλούς μήνες και δεν απαντά εύκολα στη θεραπεία.

Άλλα αίτια
Υπάρχει ένας μακρύς κατάλογος περισσότερο σπάνιων αιτίων χρόνιου βήχα στα παιδιά. Μεταξύ άλλων παθήσεων αναφέρονται οι ανοσοανεπάρκειες, η πρωτοπαθής δυσκινησία των κροσσών, οι εκ γενετής ανωμαλίες του αναπνευστικού, η εισρρόφηση ξένου σώματος, ο ψυχογενής βήχας, κλπ.